1. Γενικές πληροφορίες για τις Διακρατικές Συνεργασίες

Οι διακρατικές συνεργασίες αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της συνολικής δραστηριότητάς της ΓΓΕΚ ως προς την διαμόρφωση και ενίσχυση των ερευνητικών πολιτικών και για την ενίσχυση της εξωστρέφειας του οικοσυστήματος έρευνας και καινοτομίας της χώρας. Καλύπτουν ένα ευρύτατο φάσμα δράσεων διμερούς, τριμερούς και πολυμερούς χαρακτήρα.

Η Ελλάδα στοχεύει με την συμμετοχή της να είναι παρούσα σε ό,τι αφορά την άμεση γεωπολιτική γειτονιά της (Αδριατική, Βαλκάνια, Εύξεινος Πόντος, Ν.Α. Μεσόγειος), καθώς και τους στρατηγικούς εταίρους της (Ε.Ε., κυρίως), ενώ στοχεύει, επίσης, στην προσέγγιση χωρών με δυνατό Ε&Τ σύστημα (π.χ. Ισραήλ) ή χωρών με σημαντικό γενικό εκτόπισμα στον διεθνή χώρο (π.χ. Κίνα).

Η Γ.Γ.Ε.Κ. είναι δίαυλος διεθνών συνεργασιών, χρηματοδότης δι-επιστημονικών προγραμμάτων σε τομείς αιχμής, συμβάλλει στην εγκαθίδρυση στέρεων διεθνών σχέσεων στο Ε&Τ επίπεδο και έχει οιονεί ρόλο πρέσβη της Ελλάδας στα διεθνή Ε&Τ fora, καθώς και στα διεθνή γεγονότα στο χώρο της έρευνας και καινοτομίας.

Οι διακρατικές συνεργασίες στην Έρευνα και την Τεχνολογία αποτελούν ένα είδος soft diplomacy ή science diplomacy, διότι αφορούν αποκλειστικά σε επιστημονικά πεδία, τα οποία κατά κανόνα συνενώνουν τους συνεργαζόμενους (επιστήμονες ή/και ερευνητές) από τις δύο, ή περισσότερες, χώρες, δεν εμπλέκονται σε συγκρουσιακά διεθνή προβλήματα και μπορούν να προλειάνουν το έδαφος για συνεργασία και σε άλλους τομείς κοινού ενδιαφέροντος με κάθε χώρα.

Οι διακρατικές συνεργασίες διαφοροποιούνται από την επιστημονική και ερευνητική συνεργασία σε επίπεδο Ε.Ε. ή/και Διεθνών Οργανισμών διότι συνάπτονται μεταξύ μεμονωμένων Κρατών και όχι διεθνών δικτύων ή διεθνών οργανισμών.

Η υλοποίησή τους γίνεται σε στενή συνεργασία και συνέργεια με το Υπουργείο Εξωτερικών, κυρίως στο επίπεδο της σύναψης των Συμφωνιών και της νομικής επεξεργασίας τους, καθώς και της κοινοβουλευτικής κύρωσής τους. Η Γ.Γ.Ε.Κ. ενημερώνει τακτικά το Υπ.Εξ. για τις διακρατικές δραστηριότητές της και συμμετέχει στο βαθμό που της αναλογεί στις Μικτές Διακρατικές Επιτροπές, ή σε άλλης μορφής συνεδριάσεις, που οργανώνει το Υπουργείο Εξωτερικών.

2. Διμερείς Συνεργασίες

Οι διμερείς συνεργασίες συνάπτονται μεταξύ δύο Κρατών. Μπορούν να προκύψουν είτε ως αίτημα προερχόμενο από τα οικοσυστήματα έρευνας και καινοτομίας των δύο Κρατών είτε ως αποτέλεσμα άσκησης της διεθνούς πολιτικής της χώρας. Στη δεύτερη περίπτωση η πρωτοβουλία προέρχεται από το Υπουργείο Εξωτερικών.

Βασίζονται σε μία διμερή Συμφωνία η οποία υπογράφεται ανάμεσα στις δύο χώρες και θέτει το νομικό υπόβαθρο της υλοποίησής της συνεργασίας, καθώς και τους γενικούς κανόνες που θα τη διέπουν.

Οι διμερείς συνεργασίες υλοποιούνται μέσω:

  • Υπουργικών διμερών Συνόδων ή συναντήσεων για τον πολιτικού επιπέδου καθορισμό των όρων μίας διμερούς συνεργασίας.
  • Κοινής διμερούς Προκήρυξης, την οποία ανακοινώνουν από κοινού τα δύο Κράτη, με ευθύνη των αρμοδίων Υπουργείων τους, για την κοινή (ισόποση, κατά το δυνατόν) χρηματοδότηση υλοποίησης έργων έρευνας και καινοτομίας.
  • Κοινών, παράλληλων προς την κοινή Προκήρυξη, δραστηριοτήτων όπως συνεδρίων, σεμιναρίων, brokerage events, κτλ.

Το κύριο όργανο της διμερούς συνεργασίας είναι η Μεικτή Επιτροπή, η οποία απαρτίζεται από πολιτικά και υπηρεσιακά στελέχη των αρμοδίων Υπουργείων, από τις δύο χώρες. Η Μεικτή Επιτροπή καθορίζει τους κανόνες με τους οποίους θα υλοποιηθεί η διμερής σχέση και το είδος των δραστηριοτήτων στις οποίες θα επικεντρωθεί το κοινό ενδιαφέρον και η κοινή υλοποίηση. Οι αποφάσεις των Μικτών Επιτροπών ονομάζονται Πρωτόκολλα και συνιστούν τα επίσημα κείμενα των διμερών συνεργασιών.

Επί του παρόντος η ΓΓΕΚ, στο πλαίσιο των Διμερών Συνεργασιών συν-χρηματοδοτεί κοινά ερευνητικά έργα με τη Ρωσία, Γερμανία, Ισραήλ και Κίνα.

Σύντομο ιστορικό και παρουσίαση των διμερών συνεργασιών

3. Τριμερείς Συνεργασίες

Οι τριμερείς συνεργασίες συνάπτονται μεταξύ τριών Κρατών και προκύπτουν κατά κανόνα από ανώτατη πολιτική βούληση και των τριών Κυβερνήσεων. Ο κύριος συντονιστικός ρόλος ασκείται από το Υπουργείο Εξωτερικών και συμμετέχουν οι τομείς κρατικής δραστηριότητας που αποφασίζονται σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο.

Ελλάδα-Κύπρος-Ισραήλ

H Γ.Γ.Ε.Κ. συμμετέχει στην τριμερή Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ και έχει συμβάλει στην διαμόρφωση και υιοθέτηση ενός τριμερούς Memorandum of Understanding (MoU) μεταξύ των τριών χωρών, το οποίο υπεγράφη στις 8.12.2016, στην Ιερουσαλήμ, σε συνέχεια του Κοινού Ανακοινωθέντος της Συνόδου Κορυφής των τριών Κρατών, το οποίο υπεγράφη σε ηγετικό επίπεδο της ίδια ημέρα, στην ίδια πόλη.

Αυτονόητα, η Γ.Γ.Ε.Κ θα συμμετάσχει και σε κάθε άλλο τριμερές σχήμα συνεργασίας (π.χ. Ελλάδα-Κύπρος-Αίγυπτος, Ελλάδα-Κύπρος-Ιορδανία κτλ), εφόσον κληθεί από το Υπουργείο Εξωτερικών.

4. Πολυμερείς Συνεργασίες / ERANET’s

Οι πολυμερείς συνεργασίες αποτελούν συμπράξεις, περισσοτέρων των τριών, μεταξύ Κρατών ή επιστημονικών/ερευνητικών φορέων των Κρατών αυτών.

Οι μορφές των πολυμερών συνεργασιών ποικίλουν. Μπορεί να είναι συνεργασίες υπουργικού επιπέδου (π.χ. Ο.Σ.Ε.Π. – Οργανισμός Συνεργασίας Ευξείνου Πόντου) ή συνεργασίες, οι οποίες αποφασίζονται αρχικά σε ευρωπαϊκό (π.χ. τα ERANETS) επίπεδο και υλοποιούνται από ερευνητές/επιστήμονες.

Οργανισμός Συνεργασίας Ευξείνου Πόντου (Ο.Σ.Ε.Π.) ή Black Sea Economic Cooperation (B.S.E.C.)

Ιδρύθηκε από 11 χώρες το 1992, σε Σύνοδο Κορυφής στην Κωνσταντινούπολη. Η Ελλάδα αποτελεί ιδρυτικό μέλος.

Πρόκειται για μια οικονομικο-πολιτική πρωτοβουλία, η οποία σύμφωνα με το καταστατικό της κείμενο, αποβλέπει στην αλληλεπίδραση και τις αρμονικές σχέσεις των χωρών-μελών, όπως και στην εξασφάλιση ειρήνης, ευημερίας και την ενθάρρυνση σχέσεων φιλίας και καλής γειτονίας ανάμεσα στις χώρες που βρίσκονται στην περιοχή του Εύξεινου Πόντου. Το κύριο πολιτικό όργανο του Οργανισμού είναι η Σύνοδος των Υπουργών Εξωτερικών.

Η έδρα του οργανισμού και η Γραμματεία του βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη (Γενικός Γραμματέας είναι Έλληνας διπλωμάτης). Με την ένταξη της Σερβίας το 2004, ο Οργανισμός έγινε 12μελής.

Η Γ.Γ.Ε.Κ. συμμετέχει στην Ομάδα Εργασίας (Working Group) για την Έρευνα και την Τεχνολογία, η οποία συνέρχεται ανά εξάμηνο και γίνεται κυρίως αλληλο-ενημέρωση ή ανταλλαγή πληροφοριών και στατιστικών δεδομένων ανάμεσα στα Κράτη για τον τομέα της Ε&Τ.

European Research Area Networks (ERANETS)

Τα ERANETS (European Research Area Networks) αποτελούν εθελοντικά Δίκτυα επιστημόνων/ερευνητών συνεργαζομένων Κρατών-Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (καθώς και ερευνητικών ή/και πανεπιστημιακών φορέων τους και φορέων του ιδιωτικού τομέα με ερευνητική δραστηριότητα), προκειμένου να σχεδιάσουν και να υλοποιήσουν από κοινού ερευνητικές Δράσεις αμοιβαίου ενδιαφέροντος με θεματική ή/και γεωγραφική εστίαση.

Η Προκήρυξη, αξιολόγηση και έγκριση των προς χρηματοδότηση προτάσεων σε ERANETS γίνεται σε δύο επίπεδα:

α) ευρωπαϊκό

β) εθνικό.

Α. Ευρωπαϊκό επίπεδο

Τα Κράτη -Μέλη συμφωνούν να αναθέσουν την οργάνωση των κοινών Προκηρύξεων, καθώς και εν γένει την διαχείριση των Δράσεων, σε έναν Οργανισμό (συντονιστής) μιας από τις  συμμετέχουσες στο δίκτυο (ERANET) χώρας, ο οποίος αποτελεί την Κεντρική Κοινή Γραμματεία της Προκήρυξης.

Η έκδοση και διάχυση της Προκήρυξης ενός ERANET γίνεται τόσο στο επίπεδο της Κοινής Γραμματείας του, όσο και στο επίπεδο των επί μέρους Κρατών-Μελών, ενώ σε Παράρτημα της Προκήρυξης δημοσιεύονται οι ειδικότεροι όροι συμμετοχής που ισχύουν σε κάθε Κράτος-Μέλος.

Οι προτάσεις υποβάλλονται στην Κοινή Γραμματεία του ERANET.

Η αξιολόγηση των προτάσεων γίνεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο από διεθνή επιτροπή αξιολόγησης, η οποία επιλέγεται με ευθύνη της Κοινής Γραμματείας του κάθε ERANET. Με βάση την βαθμολόγηση των προτάσεων, η επιτροπή εξιολόγησης συντάσσει πίνακα ιεράρχησής τους και προτείνει την χρηματοδότησή τους στα Κράτη-Μέλη, εφόσον η βαθμολογία τους είναι ανώτερη από ένα  προκαθορισμένο όριο.

Η συμμετοχή των Κρατών-Μελών στα ERANETS και στις Προκηρύξεις στις οποίες καταλήγουν, επικυρώνεται μέσω της υπογραφής σχετικής πολυμερούς διακρατικής Συμφωνίας δικτύωσης ανά ERANET (MoU και document for government of the call and evaluation procedure). Τα Κράτη-Μέλη, στην ανωτέρω Συμφωνία δικτύωσης, ορίζουν τους βασικούς κανόνες υλοποίησης των έργων, τις θεματικές προτεραιότητες της Προκήρυξης, καθώς και το ύψος του ποσού με το οποίο θα συμμετέχουν σε αυτήν. Το κάθε Κράτος-Μέλος ορίζει επίσης στην Συμφωνία δικτύωσης τους επιμέρους κανόνες που θα ισχύσουν για τους φορείς της επικράτειάς του, όπως π.χ. το ύψος ενίσχυσης, τα όργανα πιστοποίησης των δαπανών (ΓΓΕΤ, στην ελληνική περίπτωση), καθώς και όποια άλλη ιδιαιτερότητα ισχύει στο συγκεκριμένο Κράτος.

Προβλέπεται και συγχρηματοδότηση από το Πρόγραμμα Πλαίσιο για την Έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εν προκειμένω το HORIZON 2020, με μια προσαύξηση  της τάξης του 30% (topping-up) της συνολικής δημόσιας δαπάνης που καταβάλλεται από τα Κράτη-Μέλη. Η προσαύξηση αυτή δεν ισχύει στις περιπτώσεις Κρατών-Μελών, τα οποία χρηματοδοτούνται από τα διαρθρωτικά ταμεία, όπως η Ελλάδα.

Β. Εθνικό επίπεδο

Όπως προαναφέρθηκε, στόχος είναι η ανά ERANET υιοθέτηση από τα συμμετέχοντα Κράτη-Μέλη κοινών διαδικασιών για τον σχεδιασμό και υλοποίηση των κοινών ερευνητικών Δράσεων και Προκηρύξεων.

Η χρηματοδότηση εκ μέρους των Κρατών-Μελών γίνεται μέσα από την δημιουργία ενός Κοινού Ταμείου ανά ERANET, το οποίο μπορεί να είναι πραγματικό ή εικονικό (real or virtual common pot). Στην περίπτωση του εικονικού ταμείου, τα Κράτη-Μέλη δεν μεταφέρουν εθνικά κονδύλια στο Κοινό Ταμείο, αλλά αναλαμβάνουν να χρηματοδοτήσουν τους συμμετέχοντες στα έργα εταίρους της επικράτειάς τους, σύμφωνα με προκαθορισμένο για το σκοπό αυτό ποσό. Η Ελλάδα συμμετέχει σε ERANETS που λειτουργούν μέσω εικονικού κοινού ταμείου και διαθέτει κονδύλια του ΕΠΑΝΕΚ για την υποστήριξη των ελληνικών οργανισμών (ερευνητικών/πανεπιστημιακών φορέων ή επιχειρήσεων) που συμμετέχουν στα εγκεκριμένα έργα.

Μέσω των ERANETS, τα συμμετέχοντα Κράτη-Μέλη χρηματοδοτούν τις δαπάνες υλοποίησης των ερευνητικών έργων που έχουν ήδη επιλεγεί σε κοινοτικό επίπεδο προς χρηματοδότηση, ύστερα από εθνική Προκήρυξη και αυστηρό έλεγχο/αξιολόγηση, στο πλαίσιο των κοινών Δράσεων.

Η χρηματοδότηση, σε εθνικό επίπεδο, γίνεται μέχρι εξαντλήσεως του προϋπολογισμού που διατίθεται από το κάθε Κράτος-Μέλος, αλλά και σύμφωνα με τους κανόνες επιλεξιμότητας που ισχύουν στο Κράτος αυτό και ήδη έχουν συμπεριληφθεί στην ευρωπαϊκή Προκήρυξη.